Σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου: Τι είναι και πώς αντιμετωπίζεται

Το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου είναι μια συχνή αιτία πόνου στον ώμο κατά την κίνηση, ιδιαίτερα όταν σηκώνουμε το χέρι ψηλά. Συχνά αναφέρεται και ως σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής ή impingement syndrome, και χαρακτηρίζεται από φλεγμονή και ερεθισμό των τενόντων του ώμου λόγω στενής τριβής κάτω από ένα οστικό σημείο της ωμοπλάτης που ονομάζεται ακρώμιο. Με απλά λόγια, οι τένοντες του ώμου “προσκρούουν” στο ακρώμιο κατά την ανύψωση του βραχίονα, προκαλώντας πόνο και δυσκαμψία. Είναι μια πάθηση που μπορεί να περιορίσει σοβαρά την κίνηση του ώμου και την καθημερινή δραστηριότητα, αλλά με έγκαιρη διάγνωση και κατάλληλη θεραπεία αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά.
Τι είναι το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου;
Το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου συμβαίνει όταν ο χώρος ανάμεσα στο ακρώμιο (επάνω μέρος της ωμοπλάτης) και τους τένοντες που βρίσκονται από κάτω του περιορίζεται. Αυτοί οι τένοντες αποτελούν το λεγόμενο στροφικό πέταλο (τη “ζώνη” τενόντων που σταθεροποιούν και κινούν την άρθρωση του ώμου). Όταν σηκώνουμε ή περιστρέφουμε το χέρι, οι τένοντες μπορεί να τρίβονται έντονα στο ακρώμιο, ειδικά αν υπάρχει φλεγμονή ή κάποιο οστικό “άγκιστρο” (οστεόφυτο) στο σημείο. Αυτή η συνεχής τριβή οδηγεί σε ερεθισμό, φλεγμονή και πάχυνση των ιστών, μειώνοντας ακόμα περισσότερο τον διαθέσιμο χώρο και δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο πόνου. Το αποτέλεσμα είναι πόνος στον ώμο κατά την κίνηση, μειωμένο εύρος κίνησης και δυσκολία σε απλές κινήσεις, όπως το να φορέσει κανείς ένα πουκάμισο ή να σηκώσει ένα αντικείμενο σε ψηλό ράφι.
Το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου αποτελεί μία από τις πιο συχνές αιτίες πόνου στον ώμο. Μπορεί να εμφανιστεί βαθμιαία με την πάροδο του χρόνου λόγω χρόνιας καταπόνησης της άρθρωσης, αλλά και πιο απότομα μετά από κάποιον τραυματισμό. Αν μείνει χωρίς αντιμετώπιση, η συνεχής πίεση στους τένοντες μπορεί να οδηγήσει σε πιο σοβαρές βλάβες, όπως μερική ή πλήρη ρήξη των τενόντων στον ώμο. Για αυτό, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί νωρίς και να αντιμετωπιστεί καταλλήλως.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα του συνδρόμου πρόσκρουσης ώμου συνήθως ξεκινούν ήπια και επιδεινώνονται με τον χρόνο. Το κύριο σύμπτωμα είναι ο πόνος στον ώμο κατά την κίνηση, ιδιαίτερα όταν σηκώνουμε το χέρι πάνω από το επίπεδο του ώμου ή προς τα πίσω. Αναλυτικότερα, τα συχνότερα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
• Πόνος στο μπροστινό και έξω μέρος του ώμου: Ένας βαθύς πόνος που μπορεί να επεκτείνεται από τον ώμο προς τον βραχίονα. Ο πόνος συχνά χειροτερεύει όταν προσπαθούμε να σηκώσουμε το χέρι ψηλά ή πλάγια.
• Πόνος τη νύχτα: Πολλοί ασθενείς αναφέρουν ότι πονάει περισσότερο τη νύχτα, ειδικά όταν κοιμούνται πάνω στον πάσχοντα ώμο. Αυτό μπορεί να διαταράσσει τον ύπνο.
• Μείωση δύναμης και δυσκολία σε κινήσεις: Το χέρι μπορεί να αισθάνεται αδύναμο, κάνοντας δύσκολες κινήσεις όπως το να πιάσουμε κάτι ψηλά ή να βάλουμε το χέρι πίσω από την πλάτη. Συχνά υπάρχει δυσκαμψία και περιορισμένο εύρος κίνησης στον ώμο.
• Πόνος ακόμη και σε ηρεμία: Σε προχωρημένο στάδιο, ο ώμος μπορεί να πονά ακόμη και όταν δεν κινείται, λόγω της συνεχιζόμενης φλεγμονής.
Τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν με δραστηριότητες πάνω από το ύψος του κεφαλιού, όπως το βάψιμο του τοίχου ή το κολύμπι. Αν παρατηρείτε τέτοιου είδους πόνο και περιορισμό στην κίνηση του ώμου που διαρκεί περισσότερο από λίγες ημέρες, καλό είναι να ζητήσετε ιατρική αξιολόγηση. Η έγκαιρη αντιμετώπιση βοηθά να προληφθεί η επιδείνωση της κατάστασης.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο;
Το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε, όμως ορισμένες ομάδες ανθρώπων διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να το εμφανίσουν:
• Αθλητές και άτομα με έντονη σωματική δραστηριότητα: Όσοι ασχολούνται με αθλήματα που απαιτούν επαναλαμβανόμενες κινήσεις πάνω από το κεφάλι έχουν αυξημένες πιθανότητες πρόσκρουσης ώμου. Τέτοια αθλήματα είναι η κολύμβηση, το τένις, το βόλεϊ, το μπάσκετ ή η άρση βαρών. Για παράδειγμα, οι κολυμβητές και οι ρίπτες στο στίβο συχνά επιβαρύνουν τον ώμο τους με συνεχείς κυκλικές κινήσεις.
• Εργαζόμενοι σε χειρωνακτικά επαγγέλματα: Επαγγέλματα που απαιτούν συνεχώς υψωμένα χέρια ή έντονη χρήση των ώμων μπορούν να οδηγήσουν σε χρόνια καταπόνηση της περιοχής. Ζωγράφοι, ηλεκτρολόγοι, οικοδόμοι, ξυλουργοί ή εργάτες που σηκώνουν βάρη πάνω από το ύψος των ώμων διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο λόγω της επαναλαμβανόμενης πίεσης στους τένοντες.
• Άτομα με ανατομικές ιδιαιτερότητες: Σε μερικούς ανθρώπους, το σχήμα του ακρωμίου έχει μια κλίση ή απόληξη που μειώνει τον χώρο για τους τένοντες. Ένα “γαντζωτό” ακρώμιο ή οστεόφυτα (οστικές προεξοχές) λόγω αρθρίτιδας μπορεί να προκαλέσουν ευκολότερα πρόσκρουση στους τένοντες κατά την κίνηση. Αυτοί οι ανατομικοί παράγοντες κάνουν το άτομο πιο ευάλωτο στο σύνδρομο, ακόμα και με λιγότερη καταπόνηση.
• Προηγούμενοι τραυματισμοί ή παθήσεις του ώμου: Άτομα που έχουν ιστορικό τενοντίτιδας στον ώμο, ασβεστοποιό τενοντίτιδα ή μερική ρήξη τένοντα μπορεί να αναπτύξουν πιο εύκολα σύνδρομο πρόσκρουσης. Η ήδη ταλαιπωρημένη περιοχή παρουσιάζει φλεγμονή και πάχυνση ιστών, που σε συνδυασμό με νέες επιβαρύνσεις οδηγεί σε πρόσκρουση.
• Ηλικία και φθορά: Παρότι το σύνδρομο μπορεί να εμφανιστεί και σε νέους αθλητές, είναι αρκετά κοινό σε άτομα μέσης ηλικίας και άνω. Με τα χρόνια, οι τένοντες υφίστανται φθορά και οι χώροι στις αρθρώσεις μπορεί να μικραίνουν λόγω εκφυλιστικών αλλοιώσεων ή μικροτραυματισμών. Έτσι, σε μεγαλύτερες ηλικίες είναι πιθανότερο να προκληθεί φλεγμονή των τενόντων από την πρόσκρουσή τους στα οστά του ώμου.
Συνοπτικά, κινδυνεύουν περισσότερο όσοι υπερ-χρησιμοποιούν τον ώμο τους σε συγκεκριμένες θέσεις ή έχουν μια προδιάθεση λόγω σκελετικής μορφολογίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγουμε τη δραστηριότητα, αλλά ότι καλό είναι να λαμβάνουμε προφυλάξεις (όπως σωστή τεχνική στις ασκήσεις, διατάσεις και ενδυνάμωση των μυών) και να μην αγνοούμε επίμονα συμπτώματα πόνου.
Αντιμετώπιση και θεραπείες του συνδρόμου πρόσκρουσης ώμου
Η αντιμετώπιση του συνδρόμου πρόσκρουσης ώμου μπορεί να είναι είτε συντηρητική (μη χειρουργική) είτε χειρουργική, ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και την ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία. Οι διαθέσιμες θεραπείες πρόσκρουσης ώμου στοχεύουν στην ανακούφιση του πόνου, τη μείωση της φλεγμονής και την αποκατάσταση της πλήρους κινητικότητας του ώμου. Σε γενικές γραμμές, ο γιατρός σας θα ξεκινήσει με τις πιο απλές, μη επεμβατικές μεθόδους και θα προχωρήσει σε πιο επεμβατικές λύσεις μόνο εάν χρειάζεται.
Συντηρητική αντιμετώπιση (μη χειρουργική θεραπεία)
Στα αρχικά στάδια, η συντηρητική θεραπεία είναι η πρώτη επιλογή για την αντιμετώπιση του συνδρόμου πρόσκρουσης ώμου. Αυτή περιλαμβάνει μια σειρά από μέτρα που βοηθούν τους περισσότερους ασθενείς να αναρρώσουν χωρίς χειρουργείο:
• Ξεκούραση και τροποποίηση δραστηριοτήτων: Αρχικά συνιστάται ξεκούραση του ώμου και αποφυγή κινήσεων που προκαλούν πόνο. Αυτό μπορεί να σημαίνει προσωρινή αποχή από το άθλημα ή τη δραστηριότητα που προκάλεσε το πρόβλημα. Δεν πρέπει όμως να ακινητοποιηθεί εντελώς ο ώμος – ελαφρές κινήσεις εντός ανώδυνου εύρους διατηρούν την άρθρωση ευκίνητη.
• Παγοθεραπεία: Η εφαρμογή πάγου στην επώδυνη περιοχή για 15-20 λεπτά, μερικές φορές την ημέρα, μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή και να ανακουφίσει από τον πόνο.
• Φαρμακευτική αγωγή: Αγωγή που στοχεύει στην μείωση του πόνου και της φλεγμονής μπορούν να βοηθήσουν στα συμπτώματα, σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού. Αυτά τα φάρμακα δεν θεραπεύουν την αιτία, αλλά διευκολύνουν τον ασθενή να συμμετέχει στις φυσικοθεραπευτικές ασκήσεις χωρίς έντονο πόνο.
• Φυσικοθεραπεία και ασκήσεις: Η φυσικοθεραπεία αποτελεί βασικό μέρος της συντηρητικής αγωγής. Ένας εξειδικευμένος φυσικοθεραπευτής θα διδάξει ασκήσεις που ενδυναμώνουν τους μύες του ώμου και της ωμοπλάτης, βελτιώνουν τη στάση του σώματος και αυξάνουν το εύρος κίνησης της άρθρωσης. Οι ασκήσεις αυτές βοηθούν στη δημιουργία περισσότερου “χώρου” στον υπακρωμιακό χώρο, έτσι ώστε οι τένοντες να μην παγιδεύονται. Με συνέπεια στο πρόγραμμα ασκήσεων (τόσο στις συνεδρίες φυσικοθεραπείας όσο και στο σπίτι), πολλοί ασθενείς βλέπουν σημαντική βελτίωση μέσα σε μερικές εβδομάδες.
Η συντηρητική αντιμετώπιση συνήθως εφαρμόζεται για αρκετές εβδομάδες ή λίγους μήνες. Στους περισσότερους ασθενείς, αυτά τα μέτρα φέρνουν αισθητή ανακούφιση και σταδιακή επάνοδο στις δραστηριότητες. Εάν ο πόνος υποχωρήσει και η κίνηση του ώμου βελτιωθεί, ο ασθενής μπορεί να συνεχίσει τις ασκήσεις ενδυνάμωσης και πρόληψης ώστε να αποφύγει επανεμφάνιση του προβλήματος. Αν όμως τα συμπτώματα επιμένουν παρά τη συντηρητική θεραπεία ή αν είναι τόσο έντονα που δυσκολεύουν πολύ την καθημερινότητα, τότε εξετάζεται η λύση της χειρουργικής επέμβασης.
Χειρουργική επέμβαση
Η χειρουργική θεραπεία προτείνεται όταν οι μη επεμβατικές μέθοδοι δεν έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα ή όταν η πάθηση βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Σήμερα, η πιο συνηθισμένη χειρουργική αντιμετώπιση για το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου είναι η αρθροσκοπική αποσυμπίεση του υπακρωμιακού χώρου (αρθροσκοπική επέμβαση ώμου). Πρόκειται για μια ελάχιστα επεμβατική διαδικασία, που γίνεται με γενική ή περιοχική αναισθησία, μέσω πολύ μικρών τομών στο δέρμα. Ο ορθοπαιδικός χειρουργός εισάγει μια μικροσκοπική κάμερα (αρθροσκόπιο) και ειδικά εργαλεία στην άρθρωση του ώμου.
Κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης, ο χειρουργός καθαρίζει τους φλεγμονώδεις ιστούς (π.χ. το φλεγμαίνον τμήμα του ορογόνου θυλάκου) και αφαιρεί τυχόν οστικές προεξοχές ή τμήμα του ακρωμίου που πιέζει τους τένοντες. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται περισσότερος χώρος για τους τένοντες του στροφικού πετάλου, ώστε να μην τριβονται πλέον στο κόκαλο κατά την κίνηση. Συγχρόνως, εάν διαπιστωθεί και κάποια άλλη βλάβη στον ώμο (όπως ρήξη τένοντα ή πρόβλημα στην ακρωμιοκλειδική άρθρωση), μπορεί να αντιμετωπιστεί στο ίδιο χειρουργείο.
Η αρθροσκοπική επέμβαση για σύνδρομο πρόσκρουσης είναι ασφαλής και έχει εξαιρετικά υψηλά ποσοστά επιτυχίας στην ανακούφιση του πόνου. Ο ασθενής συνήθως επιστρέφει στο σπίτι του την ίδια ή την επόμενη μέρα του χειρουργείου φορώντας έναν απλό φάκελο ανάρτησης για μερικές ημέρες. Μετεγχειρητικά, ακολουθεί ένα πρόγραμμα ήπιας κινησιοθεραπείας και σταδιακής ενδυνάμωσης υπό καθοδήγηση, ώστε να αποκατασταθεί πλήρως η λειτουργία του ώμου. Οι περισσότεροι ασθενείς επανέρχονται σε φυσιολογικές δραστηριότητες μέσα σε λίγες εβδομάδες, με αισθητή βελτίωση της δύναμης και του εύρους κίνησης.
Συντηρητική αντιμετώπιση ή χειρουργείο; Η απόφαση εξαρτάται από το πόσο σοβαρά είναι τα συμπτώματα και πόσο ανταποκρίνεται ο ασθενής στις αρχικές θεραπείες. Κατά κανόνα, συνιστάται να εξετάζονται πρώτα οι συντηρητικές επιλογές. Αν όμως ο πόνος παραμένει ανυπόφορος ή η λειτουργία του ώμου δεν επανέρχεται, το χειρουργείο προσφέρει οριστική λύση με πολύ υψηλά ποσοστά επιτυχίας στην εξάλειψη του πόνου και στην αποκατάσταση της κινητικότητας. Σε κάθε περίπτωση, ο γιατρός θα εκτιμήσει την κατάσταση και θα συζητήσει με τον ασθενή την καλύτερη στρατηγική θεραπείας, εξατομικεύοντας την αντιμετώπιση στις ανάγκες του.
Σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας
Όπως σε κάθε πρόβλημα υγείας, έτσι και στο σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση είναι καθοριστικής σημασίας. Αν αισθάνεστε επίμονο πόνο στον ώμο που δεν υποχωρεί με την ξεκούραση, μην το αγνοείτε. Η πρώιμη αξιολόγηση από έναν ειδικό μπορεί να εντοπίσει το σύνδρομο πρόσκρουσης προτού οδηγήσει σε σοβαρότερες βλάβες, όπως ρήξη των τενόντων. Όσο νωρίτερα ξεκινήσει η θεραπεία – είτε αυτή είναι ασκήσεις και φαρμακευτική αγωγή, είτε σε προχωρημένες περιπτώσεις χειρουργική αποκατάσταση – τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα και τόσο συντομότερη η αποκατάσταση.
Συμπερασματικά, το σύνδρομο πρόσκρουσης ώμου είναι μια πάθηση που προκαλεί πόνο και δυσκολία στην κίνηση, όμως αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά.